Δείτε επίσης: recognize
ενεστώτας recognise
γ΄ ενικό ενεστώτα recognises
αόριστος recognised
παθητική μετοχή recognised
ενεργητική μετοχή recognising

recognise (en)

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • recognise - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC