radioactif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | radioactif | radioactifs |
θηλυκό | radioactive | radioactives |
Επίθετο
επεξεργασίαradioactif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | radioactif | radioactifs |
θηλυκό | radioactive | radioactives |
radioactif (fr)