Δείτε επίσης: reference

  Ετυμολογία

επεξεργασία
référence < λατινική referre

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /re.fe.ʁɑ̃s/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
référence références

référence (fr) θηλυκό