quadrilingue
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.dʁi.lɛ̃ɡ/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
quadrilingue | quadrilingues |
quadrilingue (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
quadrilingue | quadrilingues |
quadrilingue (fr) αρσενικό ή θηλυκό