publicitaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
publicitaire | publicitaires |
publicitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
publicitaire | publicitaires |
publicitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό