prudente
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
prudente | prudentes |
prudente (fr)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαprudente (it)
ενικός | πληθυντικός |
prudente | prudentes |
prudente (fr)
prudente (it)