Ετυμολογία

επεξεργασία
prosaïque < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
prosaïque prosaïques

prosaïque (fr) αρσενικό ή θηλυκό