propriétaire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
propriétaire | propriétaires |
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
propriétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- o ιδιοκτήτης
- o σπιτονοικοκύρης, o νοικοκύρης
ενικός | πληθυντικός |
propriétaire | propriétaires |
propriétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό