Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

  1. διατυπώνω-αναπτύσσω (πχ. θεωρία, ιδέα, γνώμη)
  2. υποβάλλω διατριβή-εργασία-κείμενο-αρχείο-τεκμηρίο