poussin
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
poussin | poussins |
poussin (fr) αρσενικό
- το κοτοπουλάκι
- (χαϊδευτικό) αγάπη
- Viens là, mon poussin ! - Έλα εδώ, αγάπη μου!
ενικός | πληθυντικός |
poussin | poussins |
poussin (fr) αρσενικό