Ετυμολογία

επεξεργασία
pligrandigi < pli + grand(a) + -ig- + -i
ρήμα pligrandigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pligrandigas pligrandiganta pligrandigata
αόριστος pligrandigis pligrandiginta pligrandigita
μέλλοντας pligrandigos pligrandigonta pligrandigota
υποθετική pligrandigus - -
προστακτική pligrandigu - -

pligrandigi (eo)