Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
plénipotentiaire plénipotentiaires

plénipotentiaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό



  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
plénipotentiaire plénipotentiaires

plénipotentiaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό