Ετυμολογία

επεξεργασία
pittoresque < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/
 

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
pittoresque pittoresques

pittoresque (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pittoresque (fr) αρσενικό