Ετυμολογία

επεξεργασία
physiologie < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
physiologie physiologies

physiologie (fr) θηλυκό