perforant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perforant | perforants |
θηλυκό | perforante | perforantes |
Επίθετο
επεξεργασίαperforant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perforant | perforants |
θηλυκό | perforante | perforantes |
perforant (fr)