pentagone
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- pentagone < λατινική pentagonum < πεντάγωνον
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
pentagone | pentagones |
pentagone (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
pentagone | pentagones |
pentagone (fr) αρσενικό