Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
patronnesse
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
patronnesse
patronnesses
Ουσιαστικό
επεξεργασία
patronnesse
(fr)
θηλυκό
η
προστάτιδα
φιλανθρωπικού
ιδρύματος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
patron