patente
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
patente | patentes |
patente (fr) θηλυκό
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαpatente (es)
ενικός | πληθυντικός |
patente | patentes |
patente (fr) θηλυκό
patente (es)