passoire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- passoire < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
passoire | passoires |
passoire (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
passoire | passoires |
passoire (fr) θηλυκό