paradigmatique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pa.ʁa.diɡ.ma.tik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
paradigmatique | paradigmatiques |
paradigmatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
paradigmatique | paradigmatiques |
paradigmatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό