Ετυμολογία

επεξεργασία
pantalon < ιταλική Pantalone (πρόσωπο της ιταλικής κωμωδίας)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pɑ̃.ta.lɔ̃/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
pantalon pantalons

pantalon (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία