palliative
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαpalliative (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
palliative | palliatives |
palliative (fr)
palliative (en)
ενικός | πληθυντικός |
palliative | palliatives |
palliative (fr)