• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

pęd

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Πολωνικά (pl)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Πολυλεκτικοί όροι

Πολωνικά (pl) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

pęd (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

pęd (pl) αρσενικό

  1. ορμή, ταχύτητα, φόρα
  2. (βοτανική), (κοινά) βλαστάρι
  3. (φυσική) ορμή

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • popęd
  • rozpęd

Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία

  • moment pędu
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=pęd&oldid=4085598"
Τελευταία επεξεργασία στις 7 Σεπτεμβρίου 2019, στις 19:35

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 7 Σεπτεμβρίου 2019, στις 19:35.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie