pénard
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pénard | pénards |
θηλυκό | pénarde | pénardes |
Επίθετο
επεξεργασίαpénard (fr)
- άλλη γραφή του peinard
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pénard | pénards |
θηλυκό | pénarde | pénardes |
pénard (fr)