oto-rhino-laryngologique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- oto-rhino-laryngologique < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
oto-rhino-laryngologique | oto-rhino-laryngologiques |
oto-rhino-laryngologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό