Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɔʁ.fik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
orphique orphiques

orphique (fr) αρσενικό ή θηλυκό