Ετυμολογία

επεξεργασία
oolithe < oo- + -lithe

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
oolithe oolithes

oolithe (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Άλλες γραφές

επεξεργασία