Ετυμολογία

επεξεργασία
on the decline < → δείτε τις λέξεις on, the και decline

  Έκφραση

επεξεργασία

on the decline (en)

  • (ιδιωματισμός) πέφτω, εξασθενώ, φθίνω, γίνομαι λιγότερος, χειρότερος, ή πιο αδύναμος
    ⮡  The birthrate in our country is on the decline.
    Ο αριθμός των γεννήσεων στη χώρα μας πέφτει.
    ⮡  His influence/power has begun to be on the decline.
    Η επιρροή/δύναμη του έχει αρχίσει να εξασθενίζει.
    ⮡  Is crime on the decline or not?
    Φθίνει η εγκληματικότητα ή όχι;
     συνώνυμα: → δείτε το ρήμα decline
  • on the decline - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 302, 697-699, 935. ISBN 9780194325684. , λήμμα: εξασθενώ, πέφτω, φθίνω