Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ocelot < (άμεσο δάνειο) κλασική νάουατλ ocelotl

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ocelot (fr) αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία



Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ocelot < (άμεσο δάνειο) γαλλική ocelot < κλασική νάουατλ ocelotl

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ocelot (it) αρσενικό



Ολλανδικά (nl) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ocelot < (άμεσο δάνειο) γαλλική ocelot < κλασική νάουατλ ocelotl

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ocelot (nl) αρσενικό



Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ocelot < (άμεσο δάνειο) γαλλική ocelot < κλασική νάουατλ ocelotl

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ocelot (pl) αρσενικό