Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
obligeance obligeances

obligeance (fr) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη obliger