Ετυμολογία

επεξεργασία
not only … but also < → δείτε τις λέξεις not, only, but και also

  Έκφραση

επεξεργασία

not only … but also (en)

  • (ιδιωματισμός) όχι μόνο…αλλά και
    ⮡  Not only did I see him, but I also spoke to him.
    Όχι μόνο τον είδα αλλά και του μίλησα.
    ⮡  Not only does he not help, but he also wants everything ready.
    Όχι μόνο δε βοηθάει, αλλά τα θέλει και όλα έτοιμα.
    ⮡  Not only do they not hang out, but they don’t even greet each other.
    Όχι μόνο δεν κάνουνε παρέα, αλλά ούτε και χαιρετιούνται.