not only … but also
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαnot only … but also (en)
- (ιδιωματισμός) όχι μόνο…αλλά και
- ⮡ Not only did I see him, but I also spoke to him.
- Όχι μόνο τον είδα αλλά και του μίλησα.
- ⮡ Not only does he not help, but he also wants everything ready.
- Όχι μόνο δε βοηθάει, αλλά τα θέλει και όλα έτοιμα.
- ⮡ Not only do they not hang out, but they don’t even greet each other.
- Όχι μόνο δεν κάνουνε παρέα, αλλά ούτε και χαιρετιούνται.
- ⮡ Not only did I see him, but I also spoke to him.
Πηγές
επεξεργασία- only (idioms): not only… (but) (also)… - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 561. ISBN 9780194325684., λήμμα: μόνο(ν)