Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ni.tʁik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
nitrique nitriques

nitrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό