Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις native και wit

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

native wit (en) χωρίς πληθυντικό

Συνώνυμα επεξεργασία