ενικός         πληθυντικός  
nécromant nécromants

  Ετυμολογία

επεξεργασία
nécromant < ιταλική negromante

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ne.kʁɔ.mɑ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

nécromant (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία