mortuaire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
mortuaire | mortuaires |
Επίθετο επεξεργασία
mortuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη mort
ενικός | πληθυντικός |
mortuaire | mortuaires |
mortuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό