mioche
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
mioche | mioches |
mioche (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συνώνυμα επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη enfant
ενικός | πληθυντικός |
mioche | mioches |
mioche (fr) αρσενικό ή θηλυκό
→ δείτε τη λέξη enfant