miliardesimo
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- miliardesimo > παράγωγο του miliardo
Αριθμητικό
επεξεργασίαενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | miliardesimo | miliardesimi |
θηλυκό | miliardesima | miliardesime |
miliardesimo (it) αρσενικό (θηλυκό : miliardesima)