messianique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- messianique < messie
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
messianique | messianiques |
messianique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
messianique | messianiques |
messianique (fr) αρσενικό ή θηλυκό