malkovri
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαρήμα malkovri | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | malkovras | malkovranta | malkovrata |
αόριστος | malkovris | malkovrinta | malkovrita |
μέλλοντας | malkovros | malkovronta | malkovrota |
υποθετική | malkovrus | - | - |
προστακτική | malkovru | - | - |
malkovri (eo)