Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /me.ɡa.lɔ.man/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
mégalomane mégalomanes

mégalomane (fr) αρσενικό ή θηλυκό