low-key
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
low-key (en)
- (μεταφορικά) αυτός που κρατά(ει) χαμηλό προφίλ
- συγκρατημένος, μη πολύβουος, μη προκλητικός
- (μεταφορικά) αυτός που εμφανίζει σκοτεινότητα ή είναι μουντός (για ζωγραφικούς πίνακες και φωτογραφίες)