locution adverbiale
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
locution adverbiale | locutions adverbiales |
locution adverbiale (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- locution adverbiale στη γαλλική Βικιπαίδεια