Ετυμολογία

επεξεργασία
little by little < → δείτε τις λέξεις little και by

  Έκφραση

επεξεργασία

little by little (en)

  • (ιδιωματισμός) σιγά σιγά, λίγο λίγο
    ⮡  Little by little with time you will get used to it/you will forget about it.
    Σιγά σιγά με τον καιρό θα συνηθίσεις/θα το ξεχάσεις.
    ⮡  With effort and patience, little by little, you will succeed.
    Με προσπάθεια και υπομονή, σιγά σιγά θα τα καταφέρεις.
    ⮡  They started to leave little by little.
    Άρχισαν να φεύγουν λίγοι λίγοι.
    ⮡  They began to little by little cut our overtime pay.
    Άρχισαν να μας κόβουν λίγο-λίγο την υπερωριακή αποζημίωση.