littéraire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- littéraire < λατινική litterarius
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
littéraire | littéraires |
littéraire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
littéraire | littéraires |
littéraire (fr) αρσενικό ή θηλυκό