liquirìzia
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- liquirìzia < λατινική liquiritia
Ουσιαστικό
επεξεργασίαliquirìzia (it)
- (φυτό) το φυτό γλυκόριζα
- (ιατρική) ο χυμός της γλυκόριζας που χρησιμοποιείται στην ιατρική
- (γαστρονομία) χρησιμοποιείται στην ζαχαροπλαστική