leave over
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | leave over |
γ΄ ενικό ενεστώτα | leaves over |
αόριστος | left over |
παθητική μετοχή | left over |
ενεργητική μετοχή | leaving over |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαleave over (en)
- περισσεύω
- ⮡ if there is any food left over - αν περισσέψει φαΐ
- ⮡ I spent a lot today and I only have 50 euros left over from my salary.
- Ξόδεψα πολλά σήμερα και μου περίσσεψαν από το μισθό μου μόνο 50 ευρώ.
Πηγές
επεξεργασία- be left over - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 690. ISBN 9780194325684., λήμμα: περισσεύω