jug
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαjug (en)
- η κανάτα, η υδρία ή άλλο δοχείο με κυκλική διατομή και λαβή
- (αργκό) η φυλακή
- (αργκό) τα γυναικεία στήθη
- (Νέα Ζηλανδία) η κατσαρόλα
Βοσνιακά (bs)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαjug (bs)