Ετυμολογία

επεξεργασία
jerrycan < Jerry (Γερμανός) + can από την χρήση τους από τους Γερμανούς κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈd͡ʒɛɹiˌkæn/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
jerrycan jerrycans

jerrycan (en)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. jerrycan - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
jerrycan < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
jerrycan jerrycans

jerrycan (fr) αρσενικό