jedzenie
Πολωνικά (pl)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- jedzenie < jeść
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
jedzenie (pl) ουδέτερο
- το φαγητό, το φαΐ
- η ενέργεια του τρώω, η κατανάλωση τροφής, το φάγωμα