irritable
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαirritable (en)
Πηγές
επεξεργασία- irritable - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- irritable - Oxford Learner's Dictionaries
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
irritable | irritables |
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαirritable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- irritable - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé